Τετάρτη 14 Απριλίου 2010

Ecole Symboliste

Ένα κείμενό μου από την εποχή που είχα ακόμα κουράγιο να γράφω τέτοια πράγματα ... Πρωτοδημοσιεύτηκε στην περίφημη "λίστα" του elogos.gr

Ecole Symboliste

Μικρή ιστορική ανασκόπηση του Συμβολισμού βασισμένη κυρίως στο δοκίμιο «Ο Συμβολισμός» του Charles Chadwick.



Και μια και μιλάμε για το συμβολισμό στην ποίηση, ας μιλήσουμε και λίγο για το Συμβολισμό. Ο Συμβολισμός αναπτύχθηκε στην γαλλική ποίηση από το 1850 περίπου ως το 1920 και οι κύριοι εκπρόσωποί του ήταν ο Μπωντλαίρ, ο Βερλαίν, ο Ρεμπώ, ο Μαλαρμέ και ο Βαλερύ. Δεν πρόκειται φυσικά για ένα ρεύμα που ονομάστηκε έτσι τυχαία. Ο Συμβολισμός χρησιμοποιεί τα σύμβολα, δηλαδή μια συγκεκριμένη εικονοποιία, για να εκφράσει αφηρημένες ιδέες και συναισθήματα. Επειδή το σύμβολο στέκεται συχνά από μόνο του και στον αναγνώστη δε δίνεται παρά μια ελάχιστη ιδέα ή ένδειξη για αυτό που συμβολίζεται, η συμβολιστική ποίηση χαρακτηρίζεται αναπόφευκτα από κάποια ενδογενή σκοτεινότητα. Οι δύο βασικές διακρίσεις του Συμβολισμού είναι ο ανθρώπινος Συμβολισμός που χρησιμοποιεί εικόνες ως σύμβολα των προσωπικών συναισθημάτων και ιδεών του ποιητή και ο υπερβατικός Συμβολισμός που χρησιμοποιεί εικόνες ως σύμβολα ενός ιδεατού κόσμου, απέραντου και γενικού, που σαφώς ανάγονται στην πλατωνική θεωρία των ιδεών. Ο κορυφαίος συμβολιστής Στεφάν Μαλαρμέ όρισε το Συμβολισμό ως την τέχνη του να «ανακαλείς βαθμιαία ένα αντικείμενο έτσι ώστε να φανερώσεις μια διάθεση ή, αντίστροφα, του να επιλέγεις ένα αντικείμενο και να αποστάξεις από αυτό μια ψυχική κατάσταση». Πρόσθεσε δε, πως η διάθεση αυτή οφείλει να εξαχθεί με «μια σειρά αποκρυπτογραφήσεων». Στο Συμβολισμό η διάθεση δε δηλώνεται ξεκάθαρα αλλά υποβάλλεται, υπονοείται. Ενδεικτική της θεωρίας του Μαλαρμέ είναι και η ακόλουθη σημείωσή του: «Με το να κατονομάσεις τι συμβολίζει ένα αντικείμενο καταστρέφεις το μεγαλύτερο μέρος της απόλαυσης ενός ποιήματος, αφού η απόλαυση αυτή συνίσταται στη διαδικασία σταδιακής αποκάλυψης». Στο δοκίμιό του περί συμβολισμού ο Τσαρλς Τσάντγουικ ορίζει τον συμβολισμό ως: «μια τέχνη που εκφράζει ιδέες και συναισθήματα όχι όμως με την άμεση περιγραφή τους ούτε προσδιορίζοντάς τα με φανερές παρομοιώσεις ή με συγκεκριμένες εικόνες, αλλά με την υποβολή αυτών των ιδεών και συναισθημάτων, με την ανασύνταξή τους στο μυαλό του αναγνώστη, ανασύνταξη που χρησιμοποιεί σύμβολα που δεν επεξηγούνται».

Μία από τις βασικές αρχές του Συμβολισμού που βοηθά στον ακριβέστερο ορισμό του ήταν η εξίσωση της ποίησης με τη μουσική, σε αντίθεση με την εξίσωση της ποίησης με τη γλυπτική και τη ζωγραφική που ήταν διαδεδομένες στη Γαλλία στα μέσα του 19ου αιώνα, αλλά και σε αντίθεση με την εξίσωση της σουρεαλιστικής ποίησης που ακολούθησε με τη ζωγραφική τέχνη. Το ζητούμενο των Συμβολιστών ήταν η υποβολή και ήταν μοιραίο να δώσουν μεγάλη σημασία στη μουσικότητα των στίχων. Η “Art Poetique” του Βερλαίν ξεκινά με τη φράση «De la musique avant toute chose” , ο Βαλερύ, ο τελευταίος από τους συμβολιστές σε ένα δοκίμιό του για τον Μπωντλαίρ ορίζει το Συμβολισμό ως μια «επιθυμία των ποιητών να πάρουν πίσω από τη μουσική ό,τι πραγματικά τους ανήκει» κι αργότερα σε άλλο δοκίμιό του ορίζει την ποίηση ως «αυτός ο παρατεταμένος δισταγμός ανάμεσα σε ήχο και σε νόημα» ενώ ο Μαλαρμέ χαρακτηρίζει τον Βάγκνερ «σφετεριστή του καθήκοντος του ποιητή». Το χαρακτηριστικό της μουσικής που επεδίωκαν οι Συμβολιστές ήταν κυρίως η ρευστότητα γι αυτό και η συμβολιστική ποίηση συχνά εγκατέλειψε τη ρίμα και τη μετρική με αποκορύφωμά της τον Ρεμπώ και τα πεζά του ποιήματα. Συγκεκριμένα, η συμβολή του Ρεμπώ στο Συμβολισμό αλλά και στην παγκόσμια ποίηση ήταν τεράστια γιατί αφού πρώτα καταδίκασε όλη τη γαλλική ποίηση ως «σκέτη ομοιοκατάληκτη πεζολογία» και τον ίδιο τον ήρωά του Μπωντλαίρ ως «υπερβολικά συνειδητό καλλιτέχνη», κατάφερε να δημιουργήσει έναν πεζό ποιητικό λόγο που είναι μουσικός χωρίς ρυθμό και χωρίς ρίμα, συσσωρεύοντας εικόνες που δημιουργούν όχι μια περιγραφή αλλά μια εντύπωση του ζητούμενου του ποιητή.

Στο μανιφέστο του Συμβολισμού που δημοσίευσε το 1886 ο Ζαν Μορεάς υποστηρίζει ότι το «νέο κίνημα του Συμβολισμού είναι εναντίον της μετάδοσης πληροφοριών, εναντίον της ρητορείας, εναντίον της επίπλαστης συναισθηματικότητας και εναντίον της αντικειμενικής περιγραφής. Σκοπός του Συμβολισμού είναι να δώσει εξωτερική μορφή στις Ιδέες» , σαφέστατη παραπομπή στην πλατωνική θεωρία των ιδεών. Οι συμβολιστές ξεκινούν από μία δυσαρέσκεια προς την πραγματικότητα. Άποψη του Μαλαρμέ ήταν ότι «αποστολή του ποιητή είναι να ξεκόψει από κάθε επαφή με τον αντικειμενικό κόσμο κι να δημιουργήσει μέσα του ένα είδος κενού μέσα στο οποίο θα κυλήσουν και θα αποκρυσταλλωθούν οι ιδεατές μορφές του απείρου που περιέχονται στο ‘μηδέν’». Εξι χρόνια αργότερα, ο Ρεμπώ θα γράψει: « ‘ Je’ est un autre» («Εγώ» είναι ένας άλλος). Ενώ όμως ο Ρεμπώ μένει αμέτοχος σε όλη αυτήν την διαδικασία και αφήνει τις εικόνες να πλημμυρίσουν το μυαλό του, ο Μαλαρμέ αδειάζει το νου του από όλες εκείνες τις εικόνες που βασίζονται στον αντικειμενικό κόσμο και εξίσου συνειδητά φτιάχνει το σύμπαν του από «άνθη που δεν υπάρχουν». Ο Μπωντλαίρ αναδημιουργεί στον αναγνώστη μέσα από τη συσσώρευση συμβόλων, το βίωμα του ποιητή. Σκοπός του δεν είναι να πει μια ιστορία ή να ορίσει μια ιδέα αλλά να δημιουργήσει συγκίνηση ή να μεταδώσει μια εντύπωση κι έτσι συσσωρεύει εξωτερικά σύμβολα που συνεχώς επαναλαμβάνουν και ενδυναμώνουν το κεντρικό θέμα του ποιήματος. Για να αποφευχθεί η μονοτονία, ο Μπωντλαίρ χρησιμοποιεί «κάθετες» και «οριζόντιες» αντιστοιχίες (κάθετες από το επίπεδο των υλικών αντικειμένων και αισθήσεων προς το επίπεδο των γενικών κι αφηρημένων ιδεών και οριζόντιες όταν η κίνηση είναι μεταξύ δύο αισθήσεων του ίδιου επιπέδου). Ο Βαλερύ, αν και δε μπορεί να οριστεί με ακρίβεια συμβολιστής καθώς δε χρησιμοποιεί σύμβολα και εικόνες της πραγματικότητας για να μεταφέρει τα προσωπικά του συναισθήματα, είναι πνευματικός απόγονος του Μπωντλαίρ και του Μαλαρμέ καθώς σκοπός του είναι περισσότερο να υπαινιχθεί παρά να περιγράψει. Από άποψη φόρμας ήταν ένας μάλλον συντηρητικός ποιητής και ακριβώς επειδή συμφιλιώθηκε με τα συμβατικά μέσα ποιητικής έκφρασης και «παρά την υπαινικτική μάλλον παρά περιγραφική φύση της ποίησής του, ο Βαλερύ ορίζει το τέλος του Συμβολισμού» κατά τον Τσάντγουικ.

Οι επιρροές του γαλλικού Συμβολισμού είναι έντονες σε πολλούς ποιητές, από τον W.B. Yeats ως τον Ezra Pound της ομάδας των Εικονιστών και από τον Έλιοτ ως τον Ρίλκε. Οι επιρροές του Συμβολισμού στην πεζογραφία δεν είναι ιδιαίτερα έντονες με εξαίρεση τον Μαρσέλ Προυστ. O Αντρέ Μπρετόν διακρίνει μια σύγκρουση στους κόλπους του Συμβολισμού ανάμεσα στην «ανυπόμονη μεγαλοφυΐα» του Ρεμπώ που υποστήριζε ότι ο ποιητής πρέπει να αφήνει τις σκέψεις του να ξεσπούν ελεύθερες και στην «υπομονετική μεγαλοφυΐα» του Μαλαρμέ και του μαθητή του Βαλερύ, που τόνιζαν τη ζωτική σημασία του νου, ο οποίος ελέγχει και κατευθύνει την έμπνευση. Ο Μπρετόν και οι οπαδοί του ασπάστηκαν την θεωρία του Ρεμπώ και του Λωτρεαμόν και οι δύο αυτοί συμβολιστές αποτέλεσαν βασική πηγή έμπνευσης για τους σουρεαλιστές. Όμως, ο Σουρεαλισμός διαχωρίζεται σαφώς από τον Συμβολισμό όχι μόνο γιατί δίνει περισσότερη έμφαση στο μέσο και λιγότερη στο σκοπό αλλά και λόγω της σύνδεσής του με τη ζωγραφική αντί με τη μουσική.

Ιστορική λεπτομέρεια: στην Ecole Symboliste που αναφέρω συμβολικά στον τίτλο του μηνύματος, συμμετείχαν ποιητές μικρότερης εμβέλειας που επηρεάστηκαν από τους βασικούς εκπροσώπους του Συμβολισμού που ανέφερα παραπάνω.

Σταυρίδου Δήμητρα